«Μὴ γίνεσαι Πεπρωμένον»


Νίκος Γκάτσος
1911 – 1992

Μὲ τὴν πατρίδα τους δεμένη στὰ πανιὰ καὶ τὰ κουπιὰ στὸν ἄνεμο κρεμασμέμα

Οἱ ναυαγοὶ κοιμήθηκαν ἧμεροι σὰν ἀγρίμια νεκρά μέσα στῶν σφουγγαριῶν τά σεντόνια

Ἀλλὰ τὰ μάτια τῶν φυκιῶν εἶναι στραμένα στὴ θάλασσα

Μήπος τοὺς ξαναφέρει ὁ νοτιὰς μὲ τὰ φρεσκοβαμένα λατίνια

Κι ἕνας χαμένος ἐλέφαντας ἀξιζει πάντοτε πιὸ πολὺ ἀπὸ δυὸ στήθια κοριτσιοῦ ποῦ σαλεύουν

Μόνο ν’ ἀνάψουνε στὰ βουνὰ οἱ στέγες τῶν ἐρημοκκλησιῶν μὲ τὸ μεράκι τοῦ ἀποσπερίτη

Νὰ κυματίσουνε τὰ πουλιὰ στῆς λεμονιᾶς τὰ κατάρτια

Μὲ τῆς καινούργιας περπατησιᾶς τὸ σταθερὸ ἄσπρο φύσημα

Καὶ τότε θά ’ρθουν ἀέρηδες σώματα κύκνων ποὺ μείνανε ἄσπιλοι τρυφεροὶ καὶ ἀκίνητοι

Μὲς στοὺς ὁδοστροτῆρες τῶν μαγαζιῶν μέσα στῶν λαχανόκηπων τοὺς κυκλῶνες

Ὅταν τὰ μάτια τῶν γυναικῶν γίναν κάρβουνα κι ἔσπασαν οἱ καρδιὲς τῶν καστανάδων

Ὅταν ὁ θερισμὸς ἐσταμάτησε κι ἄρχισαν οἱ ἐλπίδες τῶν γρύλων.

Γι’ αὐτὸ λοiπὸν κι ἐσεῖς παλληκάρια μου μὲ τὸ κρασὶ τὰ φιλιὰ καὶ τὰ φύλλα στὸ στόμα σας

Θέλω νὰ βγεῖτε γυμνοὶ στὰ ποτὰμια

Νὰ τραγουδῆστε τὴ Μπαρμπαριὰ ὅπως ὁ ξυλουργὸς κυνηγάει τοὺς σκίνους

Ὅπως περνάει ἡ ὄχεντρα μὲς τὰ περιβόλια τῶν κριθαριῶν

Μὲ τὰ περήφανα μάτια της ὀργισμένα

Κι ὅπως οἱ ἀστραπὲς ἁλωνίζουν τὰ νιάτα.

Καὶ μὴ γελᾶς καὶ μὴν κλαῖς καὶ μὴ χαίρεσαι

Μὴ σφίγγεις ἄδικα τὰ παπούτσια σου σὰ νὰ φυτεύεις πλατάνια

Μὴ γίνεσαι ΠΕΠΡΩΜΕΝΟΝ

πηγή: http://aegiali.gr/?p=336